H εβδομάδα από το άγιο Πάσχα μέχρι την επομένη Κυριακή, δηλαδή, την Κυριακή του Θωμά, λέγεται «διακαινήσιμος».
Οι εφτά ημέρες της διακαινησίμου εβδομάδας θεωρούνται ως «μία» ημέρα, όπως η Κυριακή του Πάσχα. Οι πιστοί σύμφωνα με τον 66ο Κανόνα της Έκτης Οικουμενικής Συνόδου πρέπει να τη γιορτάζουν με πνευματική ευφροσύνη, δηλ. ψάλλοντας ψαλμούς και ύμνους, όχι με χορούς και διασκεδάσεις, συμμετέχοντας όλη την εβδομάδα στη λατρεία της Εκκλησίας κοινωνώντας καθημερινά, άνκαι την προηγουμένη ημέρα έφαγαν αρτύσιμα φαγητά, συνανιστάμενοι με τον αναστημένο Κύριο. Κατά τη διακαινήσιμη εβδομάδα τρώμε κρέας και την Τετάρτη και την Παρασκευή.
Ο πένθιμος χαρακτήρας της νηστείας δεν έχει θέση στο γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού. «Κατά δε την εβδομάδα της Διακαινησίμου ακινδύνως κρεωφαγήσομεν (να τρώμε κρέας) κατά την αυτής Τετράδα και Παρασκευήν· ως μία γαρ λογίζεται Κυριώνυμος το επταήμερον τούτο διάστημα».
Κατά τη διακαινήσιμη εβδομάδα ψάλλεται καθημερινά η ακολουθία του Πάσχα χωρίς το «Δεύτε λάβετε φως», που είναι μεταγενέστερη συνήθεια και που δεν αναφέρεται στα έντυπα Πεντηκοστάρια. Η ακολουθία αυτή έγινε κατά μίμηση της ακολουθίας του «αγίου φωτός» του ναού του Παναγίου Τάφου των Ιεροσολύμων.
Και γιατί γιορτάζουμε κάθε χρόνο τη «Διακαινήσιμο» εβδομάδα; Πολλοί απαντούν. Για λόγους ιστορικούς. Η Εκκλησία δεν ζει όμως με το παρελθόν. Ο λόγος του εορτασμού είναι καθαρά πνευματικός. Ποιός; Επειδή λόγω των αμαρτιών μας μολύνουμε τον λευκό χιτώνα του βαπτίσματος χρειαζόμαστε με τη μετάνοια εξαγιασμό. Χρειάζεται πάλι να γίνουμε ναός του Αγίου Πνεύματος.
Όπως λέει ο απ. Παύλος «εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν» (Ρωμ. 6,4). Χρειαζόμαστε λοιπόν εγκαίνια, αναγέννηση, ανανέωση. «Εγκαινίζεσθε, αδελφοί», λέει ένα τροπάριο, «και αφού αφήσετε τον παλαιό άνθρωπο να ζείτε την καινούρια ζωή». Ή όπως ψάλλει ένας άλλος ύμνος: «Επίστρεψε στον εαυτό σου άνθρωπε! Γίνε καινούριος, αντί παλιός και γιόρταζε τα εγκαίνια (την ανανέωση) της ψυχής σου. Όσο είναι καιρός η ζωή σου ας αναγεννηθεί».
Η «διακαινήσιμος εβδομάδα» γίνεται για τους πιστούς αφορμή πνευματικής καρποφορίας και καλής αλλοιώσεως.