Η ελιά, διαχρονικό σύμβολο σοφίας, ευημερίας, αθανασίας, ελπίδας και δύναμης όχι μόνο για τους Έλληνες αλλά παγκοσμίως. Ήδη από τα αρχαία χρόνια βρίσκουμε την ελιά στην διατροφή αλλά και στον αθλητισμό, στη θρησκεία, στα νομίσματα, στην υγεία και τις θεραπείες κατέχοντας σταθερά ισχυρή θέση.
Οι χρήσεις του ελαιόλαδου είναι παραπάνω από πολλές και αναγνωρίζοντάς το αυτό ξεκίνησε και η συστηματική αξιοποίησή του, η βιομηχανοποίησή του. Η ιστορία της ελιάς ξεκινά περίπου 7000 χρόνια πίσω, στη Μεσόγειο και κυρίως την Ανατολική Μεσόγειο.
Ιστορικά στοιχεία δείχνουν πως πρωτοεμφανίστηκε στη Συρία και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στον ευρωπαϊκό Μεσογειακό χώρο μέσω της Ελλάδας, από Φοίνικες εμπόρους και από εκεί έφτασε στην Ιταλία, τη Γαλλία, την Ισπανία, τη Πορτογαλία, την Αμερική και την Αυστραλία. Σήμερα η Ελλάδα μαζί με την Ισπανία και την Ιταλία κατέχουν τις σημαντικότερες θέσεις στην βιομηχανία της ελιάς.
Η πρώτη ελαιουργική βιομηχανία στη χώρα εμφανίστηκε στην Κρήτη το 1889, με την επωνυμία ΑΒΕΑ και εξακολουθεί να λειτουργεί και να εξελίσσεται έως σήμερα. Από εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο μέχρι φυσικά καλλυντικά, τα προϊόντα της ελιάς φημίζονται για την υψηλή ποιότητά τους και τις ευεργετικές τους ιδιότητες. Η ελιά αγαπήθηκε υμνήθηκε, κέρδισε τον σεβασμό και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης όσο κανένα άλλο δέντρο ανά τους αιώνες.
Συγκεκριμένα στην χώρα μας το ελαιόλαδο ήταν πάντα συνδεδεμένο με την Κρήτη, αφού πιθανολογείται πως εκεί έγινε για πρώτη φορά η εξημέρωση του δέντρου ήδη από τη μινωική εποχή. Συνεπώς είναι συνδεδεμένο και με διαχρονικές παραδόσεις του τόπου.
Με τη γέννηση ενός παιδιού συνηθίζεται να φυτεύεται ένα ελαιόδεντρο. Το δέντρο και το παιδί θα μεγαλώσουν ταυτόχρονα και στα έξι χρόνια το δέντρο θα δώσει τους πρώτους καρπούς του. Κατά κάποιο τρόπο θα λέγαμε ότι η ελιά αποτελεί ένα κομμάτι της οικογένειας, το οποίο θα επιζήσει για αρκετές γενιές, θυμίζοντας την συνέχιση και την εξέλιξη της οικογένειας και φυσικά της ζωής.