Όταν έφτασε ο Παύλος στην Αθήνα έκαμε περιπάτους μέσα στην πόλη, η οποία ήταν γεμάτη ναούς, αγάλματα και βωμούς των ειδώλων (κατείδωλη). Ανάμεσα στους άλλους βωμούς είδε κι έναν αφιερωμένο: “ΣΤΟΝ ΑΓΝΩΣΤΟ ΘΕΟ” (Τῷ ἀγνώστῳ Θεῷ). Στους περιπάτους του συζητούσε με τους Αθηναίους, οι οποίοι αρέσκονταν να φιλοσοφούν. Ο Παύλος μίλησε σε πολλούς για τον Χριστό, για το Ευαγγέλιό Του, για την Ανάσταση. Η διδασκαλία του προκάλεσε μεγάλη εντύπωση και περιέργεια, γι’ αυτό οι άρχοντες των Αθηναίων τον κάλεσαν να τους μιλήσει επίσημα, στον Άρειο Πάγο, και να αναπτύξει σ’ όλον τον λαό την πίστη του.
Στάθηκε λοιπόν ο Παύλος στο βήμα του Αρείου Πάγου και είπε στους Αθηναίους: “Αθηναίοι, βλέπω ότι έχετε πολλή πίστη. Η πόλη σας είναι γεμάτη ναούς και βωμούς. Μάλιστα βρήκα ένα βωμό αφιερωμένο στον Άγνωστο Θεό. Αυτόν λοιπόν τον Θεό, που Τον λατρεύετε χωρίς να Τον γνωρίζετε, Αυτόν ήρθα να σας γνωρίσω. Είναι ο Δημιουργός όλου του κόσμου και των ανθρώπων, ο Κύριος του ουρανού και της γης που όμως δεν κατοικεί σε ναούς χειροποίητους. Μέσα σ’ Αυτόν ζούμε και κινούμαστε και υπάρχουμε. Είμαστε δική του γενιά. Αυτός ο Θεός μας καλεί σε μετάνοια κι έχει καθορίσει την ημέρα που θα κρίνει όλη την οικουμένη με δικαιοσύνη, μέσω ενός Ανδρός που Τον έχει ορίσει γι’ αυτό τον σκοπό. Κι έδωσε βέβαιη απόδειξη σε όλους ότι Αυτός θα είναι ο Κριτής ανασταίνοντάς τον από τους νεκρούς”.
Όταν οι Αθηναίοι άκουσαν για ανάσταση νεκρών κούνησαν ειρωνικά το κεφάλι. Άλλοι είπαν: “Θα μας τα ξαναπείς άλλη φορά”. Μερικοί πίστεψαν στον λόγο του, τον ακολούθησαν κι έγιναν Χριστιανοί. Ανάμεσά τους ήταν ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, που έγινε και ο πρώτος επίσκοπος στην Αθήνα και μια γυναίκα, η Δάμαρις.